- υφάντης
- (textor). Γένος πτηνών της οικογένειας των Πλοκειδών. Περιλαμβάνει μικρόσωμα ή μεγαλόσωμα πουλιά με παχύ ράμφος μακρουλό και κωνικό. Τα φτερά και η ουρά του είναι μέτρια και καταλήγουν σε στρογγυλοειδή άκρα, τα δε πόδια τους είναι αρκετά ψηλά και λεπτά. Οι υ. είναι ιθαγενή πουλιά της Ν. Ασίας και της Κεντρικής Αφρικής και ονομάστηκαν έτσι επειδή κατασκευάζουν τη φωλιά τους από ίνες φυτών, τις οποίες πλέκουν. Τα χρώματα των πουλιών αυτών είναι πολλά, συνήθως όμως κυριαρχεί το μαύρο. Τρέφονται με διάφορους κόκκους και κυρίως με κανναβούρι, κεχρί και ρύζι. Γνωστότερο είδος είναι ο υ. ο ερυθρόραμφος, που διακρίνεται για το κόκκινο ράμφος του. Το είδος αυτό ζει ομαδικά, κυρίως στην Αφρική.
* * *ὁ, θηλ. υφάντρια και υφάντρα, ΜΑβλ. υφαντής.
Dictionary of Greek. 2013.